Περιμένοντας τον τουρίστα 1

Θα πέσει πολύ κλάμα

 

Με την δουλειά πηγαίνω σε πολλά σπίτια για να διεκπεραιώσω τις υποχρεώσεις μου σαν εργαζόμενος. Πριν λίγες μέρες υπήρξε μια τεράστια αντίφαση σε δυο συνεχόμενες δουλειές. Στην πρώτη επισκέφτηκα μια πολυκατοικία σε μια λαϊκή γειτονιά της Κω. Παλιά ενοικιαζόμενα δωμάτια που φύτρωσαν με ταχύτατους ρυθμούς την δεκαετία του ’80. Πρόχειρες κατασκευές που έβγαλαν τεράστια υπεραξία για τους ιδιοκτήτες τους στα χρυσά χρόνια του τουρισμού που λένε και εδώ. Τώρα στα περισσότερα διαμερίσματα μένουν μετανάστες και μετανάστριες, εργάτες και εργάτριες που κυρίως δουλεύουν στον τουριστικό κλάδο. Η επόμενη δουλειά ήταν σε μια καινούργια βίλα έξω από την πόλη, σε περιοχή που αρκετοί κάτοικοι του νησιού άφησαν το κέντρο της πόλης και έφτιαξαν τα χρυσά τους κλουβιά – φρούρια. Η θέα ήταν απίστευτη, ηρεμία, χλιδή. Ένοικος της ένας υπερπλούσιος που μια από της δουλειές του είναι η δημιουργία στο μέλλον ξενοδοχείου σε δημόσιο χώρο που τον δώρισε (σχεδόν) τράπεζα που τον πήρε τσάμπα λόγω μνημονίων και του ρατσιστή μηχανικού πρώην δημάρχου. Η αξία της βίλας νομίζω ξεπερνάει 100 και βάλε πολυκατοικιών που ζουν εργάτες και εργάτριες.

Να μια διαφορά λοιπόν στο μένουμε σπίτι στις μέρες του ιού. Είναι θέμα αξίας και υπεραξίας. Είναι το ζήτημα της εργασίας και της εκμετάλλευσης.

Αυτοί οι δύο κόσμοι περιμένουν να κινηθεί η βαριά βιομηχανία του ελληνικού κράτους. Ο τουριστικός κλάδος. Υπάρχει διάχυτη η αγωνία όλων εδώ στο νησί για την έκβαση της σεζόν. Ακούω από πολλές πλευρές ότι θα πέσει κλάμα με αυτά που έρχονται. Μόνο που η αλήθεια είναι ότι μια κακή τουριστική σεζόν θα πλήξει κύρια τους / τις εργαζόμενους / ες. Τόσα χρόνια τα κέρδη που στοιβάχτηκαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς κάθε λογής αφεντικών και ιδιοκτητών ήταν απίστευτα μεγάλα και δυσανάλογα του κόπου που δινόταν απλόχερα από τους / τις εργαζόμενους / ες.

Κοιτάξτε απλώς τα σπίτια που μένουμε όλοι οι κάτοικοι του νησιού και θα καταλάβετε που θα πέσει το κλάμα.